Google Website Translator Gadget

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Ότε δε γέγονα ανήρ...

Οι Έλληνες της μεταπολιτευτικής περιόδου όχι μόνο ανέχονταν, αλλά απαιτούσαν επιπλέον παντού τη διαμεσολάβηση. Διαμεσολάβηση από το δάσκαλο για την πρόσβαση στη γνώση, διαμεσολάβηση από το βουλευτή για την άσκηση της εκχωρημένης πολιτικής τους ελευθερίας, διαμεσολάβηση από τον δικηγόρο για την άσκηση των εκχωρημένων δικαιωμάτων, διαμεσολάβηση από το αφεντικό ή την Επιθεώρηση Εργασίας για την άσκηση της εκχωρημένης κοινωνικής ελευθερίας, διαμεσολάβηση από τον παπά για την εξασφάλιση της μετά θάνατον βασιλείας των ουρανών, διαμεσολάβηση από τον μεταπράτη για την προώθηση της παραγωγής, διαμεσολάβηση από τον διαφημιστή για την επιλογή ενός προϊόντος, διαμεσολάβηση από τον κάθε Πρετεντέρη για να μάθουμε την είδηση, διαμεσολάβηση από τον κάθε ψυχαναλυτή για να ανακαλύψουμε το χαμένο εντός μας, διαμεσολάβηση από τον κάθε ευρωθρεμένο διανοούμενο για να μάθουμε την ιστορία μας. Καταλήξαμε να χρειαζόμαστε διαμεσολάβηση από την κάθε τσατσά για να βρούμε γκόμενα. Όπως ακριβώς τα ανέραστα νήπια. Και εννοώ το ανέραστος με την έννοια του ανίκανου να ριψοκινδυνεύσει στο άθλημα της σχέσης. Του ανίκανου να ωριμάσει και να αναλάβει την ευθύνη της ζωής του. Έτσι, απαράλλαχτα ίδια, το νηπιακό και εξαρτημένο κρατίδιο, προσδοκά στη διαμεσολάβηση μια των Άγγλων, μια των Γάλλων, μια των Αμερικάνων, μια της Μέρκελ και μια του Τρισέ. Τώρα στα στερνά και του Ισραήλ ή των νεοοθωμανών του Νταβούτογλου.
«Ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος ελάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην», λέει η παράδοση μας. Απλά πράγματα
Σ’ αυτή την έρημο της μεταπολίτευσης, υπήρξαν πολλές νύχτες που με βασάνισε ετούτος προβληματισμός. Πως στο διάολο καταντήσαμε έτσι; Αν πίσω απ’ όλα αυτά, κρύβεται η δικαιολογημένη ανθρώπινη αβεβαιότητα ή βαθιά ανθρώπινη ανασφάλεια, τι τρόπους έχουμε να την αντιμετωπίσουμε; Γιατί δεν σκύψαμε να αφουγκραστούμε τις ίδιες τις λέξεις μας; Λένε στην επιστήμη της πληροφορικής πως η πληροφορία είναι η μονάδα μέτρησης της αβεβαιότητας. Με άλλα λόγια όσο περισσότερες πληροφορίες έχεις, τόσο μεγαλύτερη βεβαιότητα εξασφαλίζεις. Εκεί αποσκοπούν όλα τα οργανωτικά μοντέλα και συστήματα. Στη μείωση της αβεβαιότητας. Άλλωστε με βάση την ετυμολογία της λέξης Information σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο, αν θες να είσαι ασφαλής πρέπει να είσαι In form, μέσα στη φόρμα, μέσα στο τύπο. Βρες, δηλαδή, ένα καβούκι να κλειστείς και ησύχασες. Βρες ένα οργανωτικό κουτί να βάλεις το κεφάλι σου και καθάρισες. Βρες, ύστερα, έναν μεσολαβητή να διαμεσολαβεί ανάμεσα στο δικό σου κουτί και στα άλλα και κανένα πρόβλημα. Μα έρχεται αυτή η ριμάδα η ελληνική γλώσσα και δεν σ’ αφήνει να ησυχάσεις. Πληροφορία, δεν είναι In form, είναι φέρω πληρότητα. Δηλαδή αν θέλω να είμαι ασφαλής, πρέπει να είμαι ολόκληρος, ακέραιος. Και ακέραιος είμαι όταν είμαι αληθινός. Όταν η ύπαρξη μου δεν ψευτίζει. Να γιατί ο Ελύτης θα ορίσει «όταν ακούς τάξη, ανθρώπινο αίμα μυρίζει». Γιατί πάντα εδώ και αιώνες, η αποτελεσματικότητα είναι το πιο ισχυρό άλλοθι των εξουσιαστών για να περιορίσουν την ελευθερία. Η οργάνωση, μια ελληνική οργάνωση δεν μπορεί να στοχεύει πουθενά αλλού, σε κανένα άλλο αποτέλεσμα, παρά μονάχα στην ελευθερία.  Γιατί είναι δηλωμένο και βεβαιωμένο από τον παππού μου τον Αριστοτέλη πως το να ζητάς παντού το χρήσιμο και το αναγκαίο δεν ταιριάζει σε ανθρώπους μεγαλόψυχους και ελεύθερους. Δεν διαπραγματευόμαστε την ολόκληρη ελευθερία, δεν διαπραγματευόμαστε την αδιαμεσολάβητη δημοκρατία για χάρι κανενός χρήσιμου και αναγκαίου. Στα παπάρια μας το αποτέλεσμα, αν είναι να χάσουμε και πάλι τη ψυχούλα μας, τώρα που τη βρήκαμε. Το θέμα δεν είναι απλά, αν τα όνειρα μας θα πάρουν εκδίκηση, αλλά ότι για να συμβεί αυτό, θα πρέπει επιτέλους, στα όνειρα μας να μην χωράνε μεσάζοντες!
Εδώ νομίζω βρίσκεται το κουμπί της ειρηνικής μας επανάστασης. Ότι ετούτη η κοινωνία, σχεδόν από το πουθενά, μέσα στην οδύνη του μνημονίου, μέσα στην αποχαύνωση του καταναλωτισμού και της ευρωλιγούρας, πρέπει να βρει τη μαγκιά να επανεφεύρει το όρθιο βάδισμα. Ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου. Δημοκρατία είναι η κατάργηση του νηπίου. Δημοκρατία είναι όταν ο τόπος μας αντριεύει και αντριώνεται.
Εδώ βρίσκεται και το κουμπί του «οργανωτικού ζητήματος» της κοινωνία μας, αλλά και των φορέων που οραματίζονται τη μεγάλη ανατροπή. Ότι η «οργάνωση» μας, θα πρέπει να είναι υπηρετική όχι των στόχων μας, αλλά της αλήθειας μας. Της ελευθερίας μας. Άρα δεν μπορεί να εκπροσωπείται, να διαμεσολαβείται, να μεσιτεύται ή να αντιπροσωπεύεται. Η ελευθερία μας, η Δημοκρατία μας, η οργάνωση μας, η ύπαρξη μας ολόκληρη, τώρα που καταργούμε το νήπιο, οφείλει να  είναι μόνο άμεση και αδιαμεσολάβητη. Με αυτό το αδιαπραγματεμάτευτο κριτήριο οφείλουμε να οικοδομήσουμε το αύριο. Και για όσους ανησυχούν για την αποτελεσματικότητα, να δείτε που ο Θεός το κάνει και χαρίζει τελικά –ως αντίδωρο- στον ελεύθερο και τον μεγαλόψυχο άνθρωπο το πιο γλυκό Του αποτέλεσμα.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ
Οικονομολόγος
20.06.11

Από http://ardin-rixi.gr/2011/06/27/

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Η οικολογία τους και η δική μας

του Αντρέ Γκόρζ
Όταν μιλάμε για την οικολογία είναι σαν να μιλάμε για την καθολική ψήφο ή για την κυριακάτικη αργία: στην αρχή, όλοι οι αστοί και όλοι οι υποστηρικτές της τάξης θα αναφωνήσουν: «Mα θέλετε την καταστροφή μας, τον θρίαμβο της αναρχίας, τον αφανισμό μας!» Αργότερα, όταν η φορά των πραγμάτων και η λαϊκή πίεση γίνουν αφόρητες, παραχωρούν όσα χθες ακόμα αρνιόντουσαν, χωρίς όμως τίποτα να αλλάξει στην πραγματικότητα.
Οι απαιτήσεις της οικολογίας, αν ληφθούν υπόψη, συνεχίζουν να έχουν πολλούς αντιπάλους ανάμεσα στους εργοδότες. Ήδη όμως αρκετοί κεφαλαιοκράτες την υποστηρίζουν, έτσι ώστε η αποδοχή αυτών των απαιτήσεων να είναι πλέον πιθανή. Καλύτερα λοιπόν να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Ο αγώνας υπέρ της οικολογίας δεν είναι αυτοσκοπός, αποτελεί απλώς ένα στάδιο. Μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες στον καπιταλισμό και να τον αναγκάσει να δεχθεί αλλαγές. Αφού όμως αντισταθεί δυναμικά και με πονηριές και  τελικά υποχωρήσει μπρος στο αναπόφευκτο του οικολογικού αδιεξόδου, θα ενσωματώσει και αυτή τη διάσταση, όπως ενσωμάτωσε και όλες τις υπόλοιπες.
Για τον λόγο αυτό είναι που πρέπει μιας και εξαρχής να θέσουμε το ερώτημα του τι θέλουμε: Έναν καπιταλισμό που προσαρμόζεται στις οικολογικές απαιτήσεις ή μια οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική επανάσταση που καταργεί τους καπιταλιστικούς εξαναγκασμούς, θεμελιώνοντας έτσι μια καινούργια σχέση των ανθρώπων με τη συλλογικότητά τους, με το περιβάλλον τους και με τη φύση; Με άλλα λόγια, μεταρρύθμιση ή επανάσταση;
Μη βιαστείτε να απαντήσετε πως το ζήτημα αυτό είναι δευτερεύουσας σημασίας και ότι προέχει να πάψουμε να ρυπαίνουμε τον πλανήτη σε σημείο που να γίνει ακατοίκητος. Διότι ούτε το να επιζήσουμε αποτελεί αυτοσκοπό. Αξίζει άραγε τον κόπο να επιζήσουμε (καθώς αναρωτιέται ο Ιβάν Ίλιτς) «σ’ έναν κόσμο που θα έχει μεταβληθεί σε πλανητικό νοσοκομείο, σε πλανητικό σχολείο, σε πλανητική φυλακή, και όπου το κύριο μέλημα των μηχανικών της ψυχής θα είναι να κατασκευάσουν ανθρώπους προσαρμοσμένους σ’ αυτή την κατάσταση; (…)»
Κάλλιο να καθορίσουμε από την αρχή για τι πράγμα αγωνιζόμαστε και όχι μόνο ενάντια σε τι. Καλύτερα να προσπαθήσουμε να προβλέψουμε πώς θα αντιδράσει ο καπιταλισμός και ποιες αλλαγές θα υποστεί μπρος στις οικολογικές πιέσεις, αντί να βαυκαλιζόμαστε με την ιδέα ότι θα επιφέρουν την εξαφάνισή του.
.........................................

Τελικά, ο συνυπολογισμός του οικολογικού κόστους θα έχει τις ίδιες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις με την κρίση του πετρελαίου. Και ο καπιταλισμός, αντί να καταρρεύσει, θα τη διαχειριστεί αυτή την κρίση όπως το έκανε ανέκαθεν: ισχυρά οικονομικά συγκροτήματα θα επωφεληθούν από τις δυσκολίες των ανταγωνιστών τους για να τους απορροφήσουν φθηνότερα και να επεκτείνουν έτσι την κυριαρχία τους επί της οικονομίας. Η κεντρική εξουσία θα ενισχύσει τον έλεγχό της επί της κοινωνίας: οι τεχνοκράτες θα υπολογίσουν τους συμφερότερους όρους απορρύπανσης και παραγωγής, θα υπαγορεύσουν κανονισμούς, θα επεκτείνουν τους τομείς «προγραμματισμένου βίου» και το πεδίο δράσης των κατασταλτικών μηχανισμών. (…)
Ίσως πείτε πως κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο να συμβεί. Σίγουρα και δεν είναι. Όμως, μάλλον έτσι θα πάνε τα πράγματα εάν ο καπιταλισμός υποχρεωθεί να συνυπολογίσει το οικολογικό κόστος και εφόσον απουσιάσει η πολιτική επίθεση σε όλα τα επίπεδα, με στόχο να του αποσπάσει την κυριαρχία στη δράση και να του αντιτάξει ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό και πολιτισμικό πρόταγμα. Και αυτό διότι οι οπαδοί της αέναης ανάπτυξης έχουν δίκιο τουλάχιστον σε ένα σημείο: στο πλαίσιο της σημερινής κοινωνίας και του παρόντος πρότυπου κατανάλωσης, βασισμένου στην ανισότητα, στα προνόμια και στην αναζήτηση του κέρδους, η μη-ανάπτυξη ή αρνητική ανάπτυξη το μόνο που μπορούν να σημαίνουν είναι στασιμότητα, ανεργία, μεγέθυνση του χάσματος που χωρίζει τους πλούσιους από τους φτωχούς. Στο πλαίσιο του παρόντος τρόπου παραγωγής δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί ή να μπει φραγμός στην ανάπτυξη και να γίνει ταυτόχρονα δικαιότερη η κατανομή των διαθέσιμων αγαθών.
Εφόσον ο συλλογισμός μας παραμένει μέσα στα όρια του πολιτισμού αυτού της ανισότητας, η οικονομική μεγέθυνση θα εμφανίζεται στη μάζα των ανθρώπων σαν την υπόσχεση –αυταπάτη στην πραγματικότητα– ότι θα πάψουν κάποτε να είναι «υπο-προνομιούχοι», ενώ η μη-μεγέθυνση, ή και η αποανάπτυξη, θα σημάνει τη δίχως ελπίδα καταδίκη τους  στη μετριότητα. Γι’ αυτό δεν είναι τόσο με την οικονομική μεγέθυνση που πρέπει να τα βάλουμε, όσο με την παραπλάνηση που εδραιώνει τη δυναμική των αυξανόμενων αναγκών, αενάως διαψευδόμενη, τον ανταγωνισμό που επιφέρει, ωθώντας τα άτομα να θέλουν να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλον. Το σύνθημα αυτής της κοινωνίας θα μπορούσε να είναι: αυτό που είναι καλό για όλους δεν έχει καμιά αξία. Δεν θα σε σέβεται κανείς αν δεν έχεις «περισσότερα από τους άλλους».
Αν θέλουμε τη ρήξη με την ιδεολογία της άνευ ορίων ανάπτυξης θα πρέπει να προβάλουμε το αντίθετο: «Αξίζει μόνο ό,τι είναι καλό για όλους. Μόνο εκείνο που δεν παραχωρεί προνόμια σε κανέναν και ούτε μειώνει κανέναν. Τότε θα γίνει δυνατό να είμαστε ευτυχισμένοι με λιγότερο πλούτο και αυτό διότι σε μια κοινωνία δίχως προνόμια δεν υπάρχουν φτωχοί».

……………………………….
Monde Diplomatique: n° 673, Avril 2010
André Gorz, Leur écologie et la nôtre

Από http://ardin-rixi.gr/2011/06/16/%ce%b7-

Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

Το "μειλίχιο τέρας"

Το εκλογικό σώμα της αριστεράς αποδυναμώθηκε όχι μόνο εξαιτίας των σοβαρών ανεπαρκειών των ηγετικών ομάδων αλλά γενικά επειδή τα «ιδεώδη» της αριστεράς, αυτά που τη διαφοροποιούν πιο καθαρά από τη δεξιά, δεν εναρμονίζονται πλέον με το πνεύμα της εποχής. Πράγματι, σε μια εποχή σπατάλης, καταναλωτισμού και ακραίου οικονομικού φιλελευθερισμού, αυτά τα ιδεώδη εμφανίζονται σαν να έχουν περιοριστικό, τιμωρητικό και μίζερο χαρακτήρα. Αυτό ισχύει εξίσου για τους κυριότερους στόχους της αριστεράς: την ισότητα (η οποία περιορίζει την επέκταση των ατομικών προνομίων), τη νομιμότητα (αυτή περιορίζει την ικανοποίηση των επιθυμιών), τη δικαιοσύνη (αυτή επιβάλλει κανόνες), τη φορολογική δικαιοσύνη (αυτή περιορίζει την ιδιοκτησία και διαταράσσει την κατανάλωση), τη μέριμνα για τις κατώτερες τάξεις (αυτή εμποδίζει τη φιλοδοξία να ανήκουν στις ανώτερες τάξεις), την πάλη εναντίον του εθνικισμού (αυτή περιορίζει την ιδιαιτερότητα των πατρίδων), την αυστηρότητα... Εξάλλου, αν προχωρήσει κανείς στην εξέταση των δομών στις οποίες στηρίζονται τα ιδεώδη της αριστεράς, βλέπει ότι η επιδίωξη αυτών των στόχων προϋποθέτει την αποδοχή βαθύτερων μηχανισμών, οι οποίοι -και αυτοί- δεν εναρμονίζονται με τις μέριμνες της νεωτερικότητας.
Προϋποθέτει δηλαδή την αυτοθυσία, την αυταπάρνηση, τη μεταβίβαση της ιδιοκτησίας στους άλλους. Αυτά τα ιδεώδη όμως (και οι μηχανισμοί πάνω στους οποίους στηρίζονται) έχουν εκτεθεί εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια στη θύελλα της νεωτερικότητας, με τους πελώριους νεωτερισμούς που αυτή εισάγει. Σε καμιά χώρα η αριστερά δεν μπόρεσε να προβλέψει, και ακόμα λιγότερο να ελέγξει, τη γέννηση αυτού του σύγχρονου «δεσποτισμού» πολιτισμικού τύπου, ο οποίος εδώ και μια εικοσαετία μας τυλίγει ήδη στον ιστό του.
Διευθυνόμενος από τις πολυεθνικές και από τα παγκόσμια κέντρα της οικονομικής εξουσίας, αυτός ο δεσποτισμός βασίζεται στην κατανάλωση, την πανταχού παρουσία των μέσων μαζικής επικοινωνίας και τη διασκέδαση. Θέλησα να περιγράψω αυτό το φαινόμενο με τη βοήθεια ενός κλασικού της συντηρητικής σκέψης, ο οποίος έδωσε μιαν εντυπωσιακή πρόβλεψη που μου φαίνεται σχεδόν προφητική. Αναφέρομαι στον Αλεξίς ντε Τοκβίλ, ο οποίος στο βιβλίο του «Η δημοκρατία στην Αμερική» περιγράφει με λεπτομέρειες έναν πιθανό «δεσποτισμό του μέλλοντος». Σε ένα όλο και πιο συγκεντρωτικό κράτος, ο «ηγεμόνας», έχοντας συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες, θα κατέληγε να αναμειγνύεται σε κάθε έκφανση της ιδιωτικής ζωής των πολιτών. Το καθεστώς που περιέγραφε προφητικά ο Τοκβίλ έχει υλοποιηθεί πλήρως στις μέρες μας, με μια μικρή διαφορά: τη θέση του ηγεμόνα δεν την κατέχει ο βασιλιάς αλλά αυτό που εγώ αποκαλώ «το μειλίχιο τέρας», δηλαδή το πλανητικό πολιτισμικό παράδειγμα που επεξεργάστηκε η «νέα δεξιά». (...) Στο σημερινό κόσμο πελώριες μάζες, που χάνουν την αυτονομία τους, προσανατολίζονται προς την κατανάλωση μάλλον παρά προς τη λιτότητα, προς τη διασκέδαση μάλλον παρά προς το στοχασμό, προς την υποταγή μάλλον παρά προς την ελευθερία.
Ενα από τα χαρακτηριστικά του κόσμου του «μειλίχιου τέρατος» είναι η αναγκαιότητα να εξασφαλίζει στο μεγαλύτερο αριθμό προσώπων ευχάριστες εμπειρίες, που παρέχουν ζωτικότητα, που ευνοούν την ευζωία, αλλά κυρίως που ενισχύουν την κατανάλωση. Δεδομένου ότι τα ισχυρά πολιτισμικά παραδείγματα δεν αφήνουν ανέγγιχτο και τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου, ακόμα και τα πάθη προσβλήθηκαν και αναμορφώθηκαν από το «μειλίχιο τέρας». Σε αντίθεση με την αλληλεγγύη (ιδεώδες και στόχος της αριστεράς σε όλες τις εποχές) και με τη συμπόνια, το «μειλίχιο τέρας» ευνόησε τη γέννηση μιας μορφής χαρωπού εγωισμού. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος επικράτησε η φιλοδοξία να αναχαιτιστούν ή να νικηθούν με ένα μόνο χτύπημα η ασχήμια, το γήρας και η αρρώστια. Από εδώ πηγάζει και η κοπιώδης και ακραία αναζήτηση της φυσικής ευεξίας και της διαιώνισης της νεότητας. Μια επίπτωση αυτής της παθιασμένης επικέντρωσης στο σώμα είναι και η παραμέληση (αν όχι και η περιφρόνηση) των αδύναμων και των γέρων.
Η παρατεινόμενη κυριαρχία ενός πολιτισμικού προτύπου συνεπάγεται βαθιές αλλαγές στη γνωστική σφαίρα. Σε αυτό το πλαίσιο το «μειλίχιο τέρας» δρα σε βάθος, αποδυναμώνοντας έναν θεμελιώδη γνωστικό πόρο της κουλτούρας μας: την ικανότητα να διακρίνουμε την πραγματικότητα από τη μυθοπλασία. Το φαινόμενο είχε ήδη επισημανθεί στη δεκαετία του 1960 από τον Γκι Ντεμπόρ, με μιαν ανάλυση που άφησε εποχή. Η κεντρική ιδέα του Ντεμπόρ ήταν ότι η παντοκρατορία των εικόνων αλλοιώνει τη σχέση του αληθινού με το ψεύτικο και μετατρέπει το κάθε τι σε θέαμα, σε κάτι που φτιάχνεται για να το δούμε. Ανάμεσα σε «κάτι που είδαμε» και σε «κάτι που ζήσαμε» δεν υπάρχει διαφορά. Ενας κόσμος που χαρακτηρίζεται από παρόμοια γνωρίσματα θα είναι αναπόφευκτα ένας κόσμος της δεξιάς. Ηδη, εξάλλου, ένα μέρος της αριστεράς (ξεκινώντας από τους ηγέτες της) αποπνέει ένα άρωμα «νέας δεξιάς», όπως το βλέπουμε σε ορισμένες τοποθετήσεις και συμπεριφορές: τη συνθηκολόγηση απέναντι στον καπιταλισμό και τον καταναλωτισμό, την αποδοχή των πιο χοντροκομμένων μορφών της μαζικής κουλτούρας, το λαϊκισμό, την εγκατάλειψη κάθε αυστηρότητας. (...)

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011


...τα μέσα σπίτια μας...


Πώς πιστεύετε ότι πρέπει να αντιδράσει ο κόσμος σήμερα;
Ανυπακοή, αλληλεγγύη και απαξίωση του πολιτικού κόσμου και της ΕΟΚ. Μας χρωστάει 2500 πνευματικά δικαιώματα άπασα η υφήλιος. Οι Πνευματικοί άνθρωποι του τόπου που μιλάνε για ευρωπαϊκή Ελλάδα (ποια άραγε, της μίζας και της διαπλοκούλας;) είναι υπερήλικες και τρομοκρατημένοι, λυπάμαι...
Ποια η γνώμη σας για το σύγχρονο κύμα αντίδρασης που ξεκινά από το internet;
Δόξα τω Θεώ, ξυπνήσαμε!
Μια ευχή για το μέλλον;
Να ξαναγαπηθούμε απ’ την αρχή, τα σπίτια μας παιδιά, τα μέσα σπίτια μας, αυτά αλώσανε.

Από http://www.clickatlife.gr/story/mousiki/skraounakis-doksa-to-theo-ksupnisame!?id=1995262&ref=newsletter

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Πώς να ζήσω


Υπάρχει μια τρυφερή ηλικία που καταλαβαίνεις ότι οι οδηγίες που σου δίνουν οι γονείς δεν φτάνουν για να ζήσεις. Τότε είναι η στιγμή που το lifestyle έρχεται για να σε πιάσει μαλακά από το χέρι και να σου δείξει τον δρόμο. Πώς να ντύνεσαι, πώς να μιλάς, τα 100 πράγματα που πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις πριν πεθάνεις, η γλυκιά συνενοχή του να ανήκεις σε μια φυλή – αδιάφορο σε ποια, ποιος κοιμάται με ποιον, πώς να μετατρέψεις την ένταση της ζωής σου σε καταναλωτική μανία, πώς να παραδίδεσαι στο εφήμερο και το τιποτένιο.


Οι μηνιαίες υπενθυμίσεις των περιοδικών lifestyle πουλούσαν φρέσκο γυμνό κρέας, υποκλίνονταν σε οτιδήποτε επιτύγχανε χωρίς ποτέ να δώσουν έναν ορισμό της επιτυχίας, αναμασούσαν την άποψη ότι η ζωή έχει σχέση με την ιδιοκτησία και τις τρέχουσες ηδονές που πρέπει να γευτείς, ότι η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή, ότι η ζωή, τελικά, είναι μια φετιχιστική διαδικασία που μπορούν να γευτούν μόνο όσοι έχουν χρήματα. Δεν σου έμεναν και πολλές επιλογές: ή θα επέστρεφες στον μικροαστισμό των γονιών σου ή θα κυλιόσουν στον βούρκο.

Η έκρηξη του lifestyle συνέπεσε στην Ελλάδα ταυτόχρονα με το σκυλάδικο όραμα του ΠΑΣΟΚ για ανάπτυξη, ρευστοποίησε την επιθυμία για στυλάτη κατανάλωση μιας τάξης που αναδυόταν από την αφάνεια, έκλεψε όλη τη φρεσκάδα από τις νεανικές underground κουλτούρες, βιομηχανοποίησε την παραγωγή διασημοτήτων, μετάλλαξε τις συνεντεύξεις σε editorial μόδας, συνταίριαξε την Πρωτοψάλτη με τη Μαντόνα, έπεισε κάθε γενιά να απολαμβάνει τη συμμετοχή της στο ίδιο της το ξεπούλημα. Κι αφού εξάντλησε όλο το οπλοστάσιο των συνταγών του, κατέληξε στον αυνανισμό με την ίδια την αλαζονεία του.

Αρκετά όμως με τις κλωτσιές στο πτώμα. Τι γινόταν όλο αυτό το διάστημα με όλους εμάς; Μεγαλώνοντας, αρχίσαμε να παίρνουμε απόσταση απ’ όλες αυτές τις συνταγές που δεν μας έβγαζαν πουθενά, όμως μας έμεινε η συνήθεια, ξέραμε πια πώς πρέπει να μοιάζει η επιτυχία, δεν ήμαστε σκυλάδες αλλά όλο και κάποια σελίδα θα χώραγε το στυλ μας, θα τσιμπολογούσαμε από εδώ κι από εκεί ό,τι μας άρεσε και το μείγμα στο τέλος θα φαινόταν ότι είναι δικό μας. Έτσι αρχίσαμε. Πίναμε τις ίδιες ποσότητες με τον Γκι Ντεμπόρ, χωρίζαμε με τις γκόμενές μας σαν να ήμαστε ο Μπάουι, γυρνάγαμε στην πόλη σαν να ήμαστε οι Wu Tang Clan, ατενίζαμε τη ζωή με την απάθεια του Μπάροουζ, τεμπελιάζαμε γιατί ήμαστε slackers, τριγυρίζαμε με ένα σακίδιο και παραμυθιαζόμαστε ότι είμαστε new age travellers, συναντιόμαστε με τα είδωλά μας στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή. Αντιγράφαμε τις πράξεις των ειδώλων μας, χωρίς να κουβαλάμε την απελπισία ή τη γενναιότητα που τις γέννησε. Κάποτε θα γινόμαστε κι εμείς εξώφυλλο και τότε θα το βούλωναν όλοι. Ήμαστε αφελείς αντιγραφείς. 

Σε κανέναν κατάλογο με τα 100 πράγματα που έπρεπε να κάνεις πριν πεθάνεις δεν μας είπαν ότι η οργή είναι ισάξιο καύσιμο για τον εαυτό μας όπως η μανία για κατανάλωση. Τώρα που δεν μπορούμε πια να είμαστε αυτό που είμαστε και δεν μπορούμε να μην είμαστε αυτό που είμαστε, είναι στο χέρι μας να δούμε τι θα κάνουμε – θα ξαναπλώσουμε την παλάμη προς τον ουρανό ζητώντας κι άλλη ελεημοσύνη ή θα σφίξουμε τα δάχτυλά μας και θα τα κάνουμε μια γροθιά; Ίδωμεν.

του Γιώργου Βαλαή  από το http://www.konteiner.gr/magazine/article/706