Google Website Translator Gadget

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

ΤΟ ΠΕΝΘΙΜΟΝ ΤΕΛΟΣ

Θεοί παντεπόπται και αθάνατοι, θεοί ουρανίωνες και υποχθόνιοι,
οικτείρατέ με. Υμείς μόνοι βουλεύεσθε σταθεράς βουλάς, υμείς
γινώσκετε αυτάς και να εκτελήτε, τα δε των θνητών είνε άστατα και
αβέβαια. Επί πολύν χρόνον ενόμιζον ότι ήμην βελτίων πάντων των
θνητών, αλλ' ιδού σήμερον αναγνωρίζω την ιδίαν μου ασθένειαν.
Επίστευον ότι ηδυνάμην να συλλάβω σκοπούς και να τους εκτελέσω,
αλλ' ότε έφθασεν η στιγμή, δισταγμός με καταλαμβάνει και ουδέν
δύναμαι να αποφασίσω. Κάκιστον είνε το να πιστεύη τις ότι έχει
σκοπόν, ότι έχει σχέδιον κατηρτισμένον, και όταν έλθη η στιγμή της
εκτελέσεως, ν' ανακαλύπτη αίφνης ότι ουδέν σχέδιον, ουδένα σκοπόν
έχει. Ή αφαιρέσατέ μου τελείως τας φρένας, θεοί, ή δότε μοι
τόλμην. Διατί, όπως δύναταί τις να κλείη τους οφθαλμούς, να βύη τα
ώτα, διατί δεν δύναται να κοιμίζη προσκαίρως και την σκέψιν, διατί
να είνε κατάδικος εις το να κυλινδρή τον λίθον του Σισύφου εν τη
ιδία αυτού ψυχή; Διά να ομολογή την αδυναμίαν αυτού; Διά να εννοή
το ανίσχυρον και ατελές της ανθρωπίνης φύσεως; Φευ! Είμεθα λοιπόν
χείρονες και των θηρίων; Τα κτήνη είνε τέλεια εν τη ατελεία. Ο
λέων είνε τέλειος εις την δύναμιν αυτού, η τίγρις είνε τελεία εις
την αγριότητα αυτής, ο όφις είνε τέλειος εις την ερπετήν αυτού
φύσιν. Μόνος ο άνθρωπος, νομίζων εαυτόν υπέρτερον, είνε ατελής εις
την αρετήν, ατελής και εις την κακίαν. Αλλά τις δύναται να καταστή
διαιτητής των ιδίων αυτού αξιώσεων; Το επ' εμοί ουδεμίαν γινώσκω
άλλην υπεροχήν, ή την εκ των συμφορών ας υπέστην. Και πάλιν θα μοι
ήτο λυσιτελής αύτη, αν εγίνωσκον να ωφεληθώ εξ αυτών. Αλλ' εις
μάτην! Τα κύματα πλήττουσι και τον βράχον, πλήττουσι και τα
ναυάγια. Ο μεν βράχος ανθίσταται, τα δε ναυάγια παρασύρονται· αύτη
είνε η διαφορά. Και ο μεν βράχος κατά μικρόν φθείρεται, αι δε
σανίδες εξαφανίζονται, αλλά δεν θραύονται. Και αύτη άλλη διαφορά.
Ο άνθρωπος έρμαιον της ιδίας αυτού αδυναμίας, ην οι μεν θεοί
ονομάζουσι Μωρίαν οι δε θνητοί καλούσι Μοίραν κατ' αναγραμματισμόν
ίσως, παρασύρεται υπό της ακαθέκτου φοράς των παθών, μέχρις ου ο
κρημνός τον κατασυντρίψη ή η άβυσσος τον καταπίη και ούτως
επανέλθη εις το μηδέν. Και τούτο θα ήτο το μέγιστον ευτύχημα.
Αισθάνομαι ότι έγκειται εν τη ψυχή μου η νοσταλγία του μηδενός, ο
πόθος της ανυπαρξίας. Μόνον η αναίσθητος φύσις δεν φοβείται την
ανυπαρξίαν, διότι δεν αισθάνεται την ύπαρξιν. Τελειοποίησις άρα
των όντων μη είνε η εις την ύλην επιστροφή; Επί τεσσαράκοντα έτη
εθώπευσα επί της καρδίας μου τα δόγματα του θείου Πλάτωνος, ζητών
παρ' αυτών αναψυχήν και παραμυθίαν. Αλλά και ούτος με ηπάτησεν.
Αλλ' όμως Πλατωνικός εγώ, δεν δύναμαι να αποκηρύξω τα του
Πλάτωνος. Τούτο θα ήτο τερατώδες. Εν τούτοις δεν ενθουσιώ πλέον.
Το πυρ της διανοίας μου εσβέσθη, και έμεινε τέφρα και σποδός.
Αισθάνομαι το κενόν περί εμέ, το κενόν και εν εμοί. Οποίος
σαρκασμός διά το όνομα όπερ πομπωδώς ανέλαβον! Μετά τοσούτους
δισταγμούς και ταλαντεύσεις επιθυμώ να επανέλθω εις τον κατά φύσιν
άνθρωπον. Πιστεύω ότι οι αμαθείς είνε ευτυχέστεροι των σοφών. Να
επανέλθη τις εις την αφορμήν, αφ' ης ανεχώρησε, τούτο δεν είνε το
τέρμα πάσης αποδημίας;

Και η ανθρωπότης μετά τοσαύτας περιπλανήσεις δυνατόν να επανέλθη ποτέ εις την αμάθειαν, προτιμώσα αυτήν της σοφίας, 
και εις την βαρβαρότητα, προκρίνουσα αυτήν του πολιτισμού...

Η γυφτοπούλα